Η επεισοδιακή υπερφαγία ανήκει στις διατροφικές διαταραχές, είναι όμως λιγότερο γνωστή από τη νευρογενή ανορεξία και τη νευρογενή βουλιμία.
Το άτομο που εμφανίζει αυτή τη διατροφική διαταραχή, είναι συνήθως υπέρβαρο και συχνότερα παχύσαρκο, με αρκετές ανεπιτυχείς προσπάθειες απώλειας βάρους στο ιστορικό του. Κατά τη διάρκεια των υπερφαγικών επεισοδίων, η κατανάλωση φαγητού γίνεται ταχύτατα και σε μεγάλες ποσότητες, τις περισσότερες φορές όταν το άτομο είναι μόνο ή κατά τη διάρκεια της νύχτας, ώστε να βρίσκεται μακρυά από αδιάκριτα βλέμματα. Άλλες φορές, μπορεί να εκδηλώνεται με διαρκές ”τσιμπολόγημα” καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως όση ώρα τρώει, το άτομο αισθάνεται πως δεν έχει τη δυνατότητα να σταματήσει, ενώ αμέσως μετά κατακλύζεται από τύψεις και ντροπή. Σε αντίθεση όμως με ένα βουλιμικό επεισόδιο, το υπερφαγικό επεισόδιο δεν ακολουθείται από πρόκληση εμέτου ή από χρήση καθαρτικών.
Η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια ή μετά από κάποιο αυστηρό πρόγραμμα δίαιτας ή να συνυπάρχει με κατάθλιψη ή/και αγχώδη διαταραχή. Στην πρώτη περίπτωση, η στέρηση επαρκούς ποσότητας τροφής οδηγεί σε υπερβολική πείνα και ανάγκη για κατανάλωση μεγάλης ποσότητας φαγητού. Στη δεύτερη περίπτωση, πρόκειται ουσιαστικά για μία συναισθηματική λήψη τροφής, όπου κανείς τρώει για να ηρεμήσει τον εαυτό του μετά από έντονο στρες ή να παρηγορηθεί μετά από κάποιο δυσάρεστο περιστατικό. Στον παρακάτω πίνακα συνοψίζονται οι διαφορές μεταξύ της πραγματικής πείνας που οφείλεται σε έλλειψη ενέργειας του οργανισμού και της συναισθηματικής ανάγκης για φαγητό: