Αν έβαζα σε μια σειρά τις ερωτήσεις που έχω δεχτεί πιο συχνά από όλες, σίγουρα στο top5 θα έμπαινε η εξής: ”Πόσα κιλά πρέπει να είμαι;”
Είναι αλήθεια πως η ιδέα του ιδανικού βάρους όπως είναι ευρέως αποδεκτή, δε σχηματίζεται με βάση ιατρικά κριτήρια, αλλά με τα αισθητικά πρότυπα της εκάστοτε εποχής. Στις ημέρες μας, ιδανικό βάρος θεωρείται αυτό που θα μας επέτρεπε να κάνουμε επαγγελματική φωτογράφιση με μαγιό. Ακόμα λίγα χρόνια νωρίτερα, που η κοινωνική πίεση για το ιδανικό βάρος στρεφόταν περισσότερο μονόπλευρα προς τις γυναίκες, υπήρχε το αείμνηστο «πρέπει να είσαι 10 κιλά κάτω από το ύψος σου», δηλαδή μια γυναίκα με ύψος 1,65 m, έπρεπε να ζυγίζει 55 κιλά. Μερικούς αιώνες πριν βέβαια, τα πρότυπα ήταν στον αντίποδα. Όλες αυτές οι μόδες φυσικά δε λαμβάνουν υπόψιν μια σημαντική παράμετρο. Δεν είμαστε όλοι οι άνθρωποι ίδιοι.
Ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο λοιπόν, η ιδέα του ιδανικού βάρους έχει εγκαταλειφθεί. Εναλλακτικά, υπολογίζεται ένα εύρος φυσιολογικού βάρους, με βάση τον Δείκτη Μάζας Σώματος [ΔΜΣ, βάρος Kg) / ύψος(m)2], ο οποίος κατατάσσει τα άτομα σε λιποβαρή, νορμοβαρή, υπέρβαρα και παχύσαρκα. Αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο, ειδικά για ερευνητικούς σκοπούς, αλλά από την άλλη, πάλι δε μας καλύπτει πλήρως. Αξιολογώντας μαθηματικά μόνο το βάρος και το ύψος ενός ατόμου, αφήνουμε εκτός πολύ καθοριστικούς παράγοντες, όπως το φύλο, την ηλικία, τον γονιδιακά προδιατεθειμένο σωματότυπο του καθενός και φυσικά το σημαντικότερο, από τι αποτελείται αυτό το βάρος.
Εδώ έρχεται να προστεθεί η σύσταση του σώματος. Το συνολικό μας βάρος αποτελείται από λίπος, μυς, υγρά και οστά. Τα κιλά από μόνα τους δε σημαίνουν τίποτα, καθώς δυο άνθρωποι μπορεί να έχουν ακριβώς το ίδιο ύψος και βάρος, αλλά ο ένας να είναι πολύ γυμνασμένος και ο άλλος καθόλου. Άρα υπάρχει ιδανικό ποσοστό λίπους; Όχι, ούτε αυτό υπάρχει. Αντίστοιχα σε αυτήν την περίπτωση έχει υπολογιστεί κάποιο εύρος σωματικού λίπους το οποίο σχετίζεται με μειωμένη πιθανότητα εμφάνισης προβλημάτων υγείας και που όμως μεταβάλλεται ανάλογα με το φύλο και την ηλικιακή ομάδα, σε αντίθεση με τον ΔΜΣ. Είναι αρκετά πιο αξιόπιστο σαν κριτήριο, αλλά ούτε αυτό συμπεριλαμβάνει έναν επιπλέον κύριο παράγοντα, που είναι τα γονίδια. Για παράδειγμα, ένα ποσοστό λίπους το οποίο είναι στα ανώτερα φυσιολογικά όρια, μπορεί να είναι εξαιρετικό για την υγεία της Ελένης, αλλά να πυροδοτεί έντονες ορμονικές διαταραχές στην Κωνσταντίνα, που έχει Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών.
Οπότε, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το ιδανικό βάρος δεν υπάρχει. Υπάρχει το βάρος εκείνο, που για τον καθένα από εμάς ξεχωριστά, δεν επιβαρύνει την υγεία μας και μπορούμε να το διατηρήσουμε χωρίς να καταφεύγουμε σε ακρότητες. Εάν για να γίνει αυτό χρειάζεται να τρώμε 1.200 θερμίδες / ημέρα ή να πηγαίνουμε γυμναστήριο 6 φορές / εβδομάδα, τότε δεν είναι το ιδανικό μας βάρος.
Τα άρθρα του site έχουν ενημερωτικό χαρακτήρα και δεν αποτελούν εξατομικευμένες οδηγίες. Για οποιοδήποτε θέμα σας απασχολεί, να απευθύνεστε σε ειδικό.